twitter
rss


Η αλεπού και οι κότες
 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια φτωχή γυναίκα που ζούσε σ’ ένα μικρό σπιτάκι στην εξοχή μαζί με τα παιδιά της.  Είχαν ένα μικρό κοτέτσι με μικρές και μεγάλες κότες που καθημερινά τους έδιναν αυγά. 
   Η μητέρα με τα παιδιά μάζευαν τ’ αυγά και μερικά τα μαγείρευαν ενώ άλλα τα πουλούσαν στην αγορά.  Με τα χρήματα που μάζευαν αγόραζαν ρούχα, βιβλία, τρόφιμα κι ό,τι άλλο χρειάζονταν.
   Μια μέρα κατέβηκε από το δάσος μια αλεπού.  Μόλις μυρίστηκε το κοτέτσι περίμενε υπομονετικά να νυχτώσει.  Μόλις νύχτωσε μπήκε μέσα η αλεπού και άρπαξε μια κότα και έτρεξε στη φωλιά της.
   Την επόμενη μέρα όταν η φτωχή γυναίκα πήγε να μαζέψει τα αυγά είδε πως μια κότα έλειπε από το κοτέτσι.  Περίμενε με υπομονή να δει ποιος της έκλεψε τις κότες.
  Όταν νύχτωσε, η αλεπού πήγε ξανά στο κοτέτσι και οι κότες άρχισαν να κακαρίζουν φοβισμένες.  Τότε η γυναίκα που ήταν κρυμμένη εκεί έβγαλε το όπλο της για να φοβερίσει την αλεπού.  Μόλις η αλεπού είδε το όπλο άρχισε να τρέχει για να γλιτώσει και δεν ξαναπάτησε ποτέ πια στο κοτέτσι.

Όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα.

Έμιλυ Κωνσταντίνου


 

Ο λύκος και τα αρνάκια


Σε μια φάρμα ζούσαν δέκα αρνάκια.  Όμως ένα αρνάκι τσακωνόταν συνέχεια με τα υπόλοιπα αρνάκια.  Αυτό το αρνάκι το έλεγαν Πίπη και κορόιδευε συνέχεια τα υπόλοιπα αρνάκια. 
«Δεν θέλω τη βοήθειά σας», τους είπε μια μέρα .
Αλλά και τα άλλα αρνάκια δεν πήγαιναν πίσω.  Κι αυτά κορόιδευαν τον Πίπη και τον έκαναν να νιώθει άσχημα.  «Γκρινιάρη και φοβιτσιάρη...» του έλεγαν όλη την ώρα.  Γι ‘αυτό ο μικρός Πίπης αποφάσισε να φύγει και να ζήσει μόνος του.  Πήρε λοιπόν τα πράγματά του και έφυγε.  Προχώρησε λίγο στο δάσος και βρήκε ένα σπιτάκι.
   Τα υπόλοιπα αρνάκια έκαναν πάρτι που έφυγε ο μικρός τους αδελφός. 
   Μετά από μια βδομάδα ο Πίπης βγήκε για να βρει φαγητό.  Ξαφνικά βλέπει μπροστά του ένα λύκο.  Ο μικρός Πίπης άρχισε να τρέχει για να γλιτώσει.  Πήγε πίσω στη φάρμα και ενώθηκε με τα υπόλοιπα αδέρφια του.  Τα κατάφεραν και γλίτωσαν.  Όταν έφυγε ο λύκος ζήτησε συγγνώμη ο ένας από τον άλλο και μετάνιωσαν για όλα όσα έκαναν.
Όταν είμαστε ενωμένοι τα καταφέρνουμε καλύτερα.
Ναταλία Ευαγγέλου

 

Ο λύκος και τα πρόβατα


Ζούσαν κάποτε μερικά πρόβατα σε μια φάρμα.  Ένα από τα πρόβατα που ήταν εγωιστικό δεν έκανε παρέα με τα υπόλοιπα πρόβατα.  Ήτανε πάντα μόνο του.  Μια μέρα είπε στα άλλα πρόβατα: «Δεν σας χρειάζομαι.  Μπορώ να τα καταφέρω και μόνο μου.»
   Μια μέρα φάνηκε ξαφνικά μπροστά τους ένας μεγάλος και ατρόμητος λύκος.  Το αρνί τότε έτρεξε γρήγορα για να ενωθεί με τους άλλους.  Ο λύκος δεν μπόρεσε να το εντοπίσει και το έψαχνε για ώρες ολόκληρες.  Μετά από πολλές ώρες εντόπισε τα πρόβατα και τα κυνήγησε αλλά δεν κατάφερε να πιάσει κανένα.  Τότε ο λύκος κουράστηκε κι έφυγε. 
   Το εγωιστικό πρόβατο επιτέλους πήρε το μάθημά του.  Κατάλαβε πως…
Όλοι έχουμε την ανάγκη των άλλων σε κάποια στιγμή της ζωής μας.

Μιχάλης Φασουλής
Στέλιος Χαραλάμπους


 

Η καμηλοπάρδαλη, το άλογο και η ζέβρα


   Μια μέρα μια καμηλοπάρδαλη κι ένα άλογο ήθελαν να βάλουν αγώνα δρόμου για να δούνε ποιος είναι ο πιο γρήγορος.  Η καμηλοπάρδαλη με το μακρύ λαιμό ήταν αργή ενώ το άλογο ήταν γρήγορο.
   Τα δύο ζώα έλεγαν συνεχώς:  «Εγώ είμαι πιο γρήγορο από εσένα καμηλοπάρδαλη γιατί εσύ είσαι πιο βαριά από’ μένα, «έλεγε το άλογο θυμωμένα. Και η καμηλοπάρδαλη απαντούσε:Εγώ είμαι αργή γιατί τα πόδια μου είναι κουρασμένα.» 
«Θες να βάλουμε ένα διαγωνισμό για να δούμε ποιος τρέχει πιο γρήγορα;», πρότεινε το άλογο.  «Μα φυσικά και θέλω να βάλουμε διαγωνισμό», είπε η καμηλοπάρδαλη.  Τα δύο ζώα ζήτησαν από την αδερφή της καμηλοπάρδαλης να δώσει το σήμα για την έναρξη του αγώνα και αυτή δέχτηκε με πολλή χαρά.  Σε λίγο δόθηκε το σύνθημα: «Με το τρία ξεκινήστε… 1, 2, 3, πάμε!»  Τότε ο αγώνας ξεκίνησε. 
   Σε τρεις ώρες το άλογο ήταν σχεδόν στο τέρμα, όμως η ζέβρα που τον είδε από το σπίτι της του είπε: «Πέρνα μέσα να φας κάτι και να κοιμηθείς λίγο για να ξεκουραστείς.»    Το άλογο σκεφτόταν ότι η καμηλοπάρδαλη ήταν πολύ μακριά κι έτσι είπε στη ζέβρα: «Δέχομαι να φάω μαζί σου και να πάρω έναν υπνάκο.»    Μόλις έφαγε το άλογο έριξε τον υπνάκο του αλλά την ίδια ώρα η καμηλοπάρδαλη ήταν έτοιμη να νικήσει στον αγώνα.
   Όλα τα ζώα μόλις την είδαν να πλησιάζει το τέρμα χάρηκαν πάρα πολύ.  Τότε το άλογο ξύπνησε και άκουσε ότι η καμηλοπάρδαλη ήταν έτοιμη να νικήσει.  Τότε έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε και την πρόλαβε.  Την άρπαξε από το ένα πόδι και την παρακάλεσε να μη φτάσει πρώτη στο τέρμα γιατί θα γινόταν ρεζίλι στα άλλα ζώα.  Αυτή όμως του ξέφυγε και κατάφερε να νικήσει!
   Έτσι λοιπόν η καμηλοπάρδαλη νίκησε και το άλογο παραδέκτηκε πως ήταν τεμπέλικο και εγωιστικό και υποτιμούσε την καμηλοπάρδαλη χωρίς λόγο.

Χρίστια  Πηλαβά
Παναγιώτα Χριστοφόρου

«Δεν πρέπει να υποτιμούμε τους άλλους»

 

Το λιοντάρι και το ελάφι


Μια μέρα ένα πολύ δυνατό λιοντάρι έτρεχε στη ζούγκλα.  Ξάφνου ένα ελάφι βρέθηκε μπροστά του και του επιτέθηκε.  Το ελάφι τότε του είπε:  «Λιοντάρι τι αδύναμο που είσαι και τι άχρωμο… εγώ είμαι πολύχρωμο, γρήγορο και δυνατό.»    Το λιοντάρι τότε του είπε:  «Θες να βάλουμε ένα αγώνα δρόμου για να δούμε αν αυτά που λες είναι αλήθεια;»  Το ελάφι δέχτηκε και κάλεσε όλα τα ζώα της ζούγκλας για θεατές.
   Τότε άρχισε ο αγώνας.  Μόλις ακούστηκε το σήμα της έναρξης το ελάφι χάθηκε από μπροστά τους.  Έτρεξε για 100 χιλιόμετρα και κουράστηκε.  Κάθισε λοιπόν κι έφαγε χόρτα και αποκοιμήθηκε.  Το λιοντάρι όμως κατάφερε να φτάσει πρώτο στο τέρμα και έδωσε ένα καλό μάθημα στο ελάφι.
Δεν πρέπει να υποτιμάμε τους άλλους

Μάριος Ευριπίδου
 

Ένα καινούριο άλογο στη φάρμα


Μια φορά ήταν σ’ ένα πράσινο λιβάδι πέντε άσπρα όμορφα άλογα.  Μια μέρα ο ψηλός αγρότης έφερε στο λιβάδι ένα κατάμαυρο πανέμορφο άλογο.  Τα άλλα άλογα δεν το ήθελαν και το έδιωχναν.
   Ένα Σάββατο ο ψηλός αγρότης πήρε τα άλογα σε ένα άλλο λιβάδι με λουλούδια.  Εκεί έκατσε κι έβλεπε τα σύννεφα.  Τα άσπρα άλογα κάλπαζαν στο γρασίδι και το μαύρο άλογο έτρωγε λουλουδάκια. 
   Μια μέρα ήρθε ένας πολύ κακός λύκος στο λιβάδι που ήθελε να φάει τα άσπρα άλογα.  Τα άλογα έτρεχαν να σωθούν και κρύφτηκαν πίσω από το μαύρο άλογο.  Ο λύκος φοβόταν το μαύρο χρώμα γι’ αυτό κι έφυγε.
   Έτσι τα άλογα σώθηκαν χάρη στο μαύρο άλογο και από εκείνη την ημέρα συμπαθούσαν όλα τα καινούρια άλογα που έρχονταν στη φάρμα.
Πρέπει να είμαστε φίλοι με όλους τους ανθρώπους αν και κάποιοι διαφέρουν από εμάς.
Γιακότα Γιαρόχ


 

Η κότα και ο κόκορας


   Ένα πρωί ένας κόκορας άρχισε να κράζει και ξύπνησε μια κότα λίγο χαζούλα.  Αυτή η χαζούλα κότα όταν κακάριζε όλοι έκλειναν τα αυτιά τους γιατί ήταν πολύ άσχημος ο τρόπος που κακάριζε. 
   Ο κόκορας μια μέρα θύμωσε πολύ γιατί με το κράξιμό της η κότα του χαλούσε το τραγούδι του (Αυτός νόμιζε πως είχε σπουδαία φωνή), 
   Πήγε λοιπόν να βρει την κότα.  Όταν την βρήκε της είπε: «Ως εδώ ήταν.  Δεν θα ανεχτώ άλλο τη συμπεριφορά σου.  Δε γίνεται κάθε μέρα να μου χαλάς το τραγούδι με την παλιοφωνή σου.» 
   Η κότα που δεν πολυκατάλαβε όσα της είπε ο κόκορας , του απάντησε μόνο μ’ ένα «κο, κο, κο!».  Ο κόκορας τότε δεν μπορούσε να πιστέψει τη χαζομάρα της και έφυγε εκνευρισμένος.
   Μια μέρα ο κόκορας αρρώστησε και πόνεσε το λαιμό του.  Η κότα τότε τον λυπήθηκε κι έτρεξε να τον βοηθήσει.  Του ετοίμασε μια ζεστή σουπίτσα και ο κόκορας γιατρεύτηκε στη στιγμή.
   Ο κόκορας τότε κατάλαβε πως δεν έπρεπε να κρίνει την κότα για τη φωνή της, ούτε και να την κοροϊδεύει.
Δεν πρέπει να κρίνουμε τους άλλους.
Μιχάλης Σάββα

 

Ο αετός και η χελώνα (μύθος του Αισώπου)


Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα λιοντάρι σε ένα μεγάλο δάσος.  Το λιοντάρι πεινούσε πάρα πολύ.  Έπρεπε να βγει για κυνήγι.
   Το λιοντάρι κρύφτηκε πίσω από ένα θάμνο και είδε ένα λαγό.  Σκέφτηκε πως ήταν πολύ νόστιμος και ωραίος.  Την ώρα όμως που πήγε να φάει το λαγό είδε ένα ελάφι.  Αμέσως σκέφτηκε: «Αυτό το ελάφι είναι μεγαλύτερο.  Ας το κυνηγήσω».
   Το ελάφι είδε το λιοντάρι και έτρεξε πάρα πολύ γρήγορα.  Το λιοντάρι δεν έφτασε το ελάφι.
   Ύστερα το λιοντάρι πήγε να βρει το λαγό, αλλά ο λαγός ξύπνησε και εξαφανίστηκε από εκεί.  Έτσι το λιοντάρι έμεινε νηστικό.
Αυτός ο μύθος θέλει να μας πει ότι δεν πρέπει να θέλουμε τα πολλά, αλλά να μας φτάνουν και τα λίγα.
Ευγενία Πόστελ
 

Το χελιδόνι κι ο λύκος

 

Η αλεπού και το λελέκι (διασκευή του μύθου του Αισώπου)


   Ζούσε κάποτε μια αλεπού κάτω από μια βαλανιδιά.  Κάθε πρωί ξυπνούσε για να δει τα λελέκια που πετούσαν και πήγαιναν στο λιβάδι.  Το λιβάδι αυτό είχε και κότες.
   Η αλεπού πολύ λαχταρούσε να πάρει στα χέρια της ένα από τα λελέκια. 
   Μια μέρα ένα λελέκι πήγε πάνω στη βαλανιδιά και κρατούσε ένα κομμάτι τυρί. 
« Έι λελέκι, ξέρω γιατί σε έχουν βάλει αρχηγό.  Επειδή κάτι σου λείπει.  Η φωνή.»Το λελέκι ταράχτηκε και θέλοντας να αποδείξει ότι είχε καλή φωνή φώναξε και το τυρί έπεσε δίπλα στην αλεπού και το άρπαξε.
«Φωνή έχεις για να γίνεις βασιλιάς, αλλά μυαλό δεν έχεις», του είπε τότε η αλεπού.

Να μην είμαστε ευκολόπιστοι

Κωνσταντίνος Παναγής

Ο τίγρης που χάθηκε


   Ένας  τίγρης χάθηκε μια μέρα από το τσίρκο.  Ενώ τριγύριζε μόνος του ξεμάκρυνε από το τσίρκο και χάθηκε.  Ήταν πάρα πολύ λυπημένος.  Είχε καλούς φίλους στο τσίρκο.   Εκεί γέλαγαν και έκαναν τον κόσμο να εντυπωσιάζεται με αυτά που έκαναν και να γελάει.
   Τότε είδε ένα τσίρκο να περνά στο δρόμο.   Μέσα είδε ένα καγκουρό και έναν τίγρη.  Τους είπε: «Εσείς πού πάτε;»  Στην Αμερική», του απάντησαν τα ζώα.  Πάμε εκεί για να κάνουμε τον κόσμο να γελάει.  Είμαστε διάσημοι.»  Ο τίγρης τότε τους ρώτησε τι θα μπορούσε να κάνει για να γίνει κι αυτός διάσημος.  «Πήγαινε στον κύριό μας και όταν δει ότι είσαι ακίνδυνος θα σε πάρει μαζί μας», του είπαν τα δύο ζώα.  Ο τίγρης τα κατάφερε και πήγε στην Αμερική.  Όμως εκεί δεν του συμπεριφέρονταν καθόλου καλά και θυμόταν πόσο καλά περνούσε με την παλιά του οικογένεια.
Ποτέ να μην ξεμακραίνουμε από τους γονείς μας, γιατί μπορεί να χαθούμε.

Μιχάλης Μιχαήλ



   Ζούσε κάποτε ένα χελιδόνι που κρύωνε πολύ κι ένας λύκος το κορόιδευε.  «Χα, Χα, Χα… δεν είναι καιρός να κρυώνει.  Είναι καλοκαίρι.» «Μα εγώ δεν έχω τρίχωμα για να με προστατεύει, έχω πούπουλα», έλεγε το χελιδόνι.  «Δεν με ενδιαφέρει.  Το αστείο είναι ότι κρυώνεις καλοκαιριάτικα», έλεγε και ξανάλεγε ο λύκος.
   Όταν ο καιρός άρχισε να χαλάει και να φυσάει πολύ τα χελιδόνια ετοίμαζαν τις τσάντες των διακοπών τους και ήταν έτοιμα να ξεκινήσουν για πιο ζεστές χώρες.
   Ο λύκος τους έβλεπε που ετοιμάζονταν και χόρευαν και στενοχωριόταν.  Άρχισε να κρυώνει κι αυτός γιατί πια είχε μπει για τα καλά ο Χειμώνας.
Τους φώναζε: «Πάρτε με μαζί σας», αλλά δεν τον άκουγαν. 

Δεν πρέπει να κοροϊδεύουμε τους άλλους, γιατί στο τέλος την παθαίνουμε.

Μαρία Ροδοσθένους

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου